Η έκφραση «αντικοινωνική συμπεριφορά» ανακαλεί προσλαβάνουσες μάλλον επαινετού αντικονφορμισμού: Παραβίαση φορμαλιστικών υπαγορεύσεων, αρχών επιτηδευμένης ευπρέπειας, δύσκαμπτου αναχρονιστικού ηθικισμού. Η κυρίαρχη σήμερα νοο-τροπία (τρόπος του νοείν και του είναι) προσλαμβάνει την «αντικοινωνική συμπεριφορά» σαν έμπρακτη κατάφαση της απόλυτης προτεραιότητας του ατόμου, των δικαιωμάτων του, της πανευφημούμενης αυτονομίας του.
Ως κυριολεξία η «αντικοινωνική συμπεριφορά» συνεχίζει να σημαίνει τον ενεργό εγωκεντρισμό, την αδίστακτη ιδιοτέλεια, την αδιαφορία για τον άλλον: τον διπλανό της συμβίωσης, τον εταίρο της οργανωμένης συλλογικότητας. Αδιαφορία και για τους αναγκαίους περιορισμούς που επιβάλλει στην ατομική αυθαιρεσία ο κοινός βίος.
Μοιάζει παραμυθένιο σήμερα, κι όμως υπήρξαν περίοδοι της Ιστορίας και τύποι κοινωνιών που έδιναν προτεραιότητα στις σχέσεις συνύπαρξης των ανθρώπων, στη λειτουργικότητα των σχέσεων κοινωνίας, όχι στην κατασφάλιση του ατομοκεντρισμού. Μια τέτοια προτεραιότητα αντλούσε «νόημα» (αιτία και σκοπό) ή από την ανάγκη (την «κοινωνία της χρείας») ή από τη σκόπευση της αλήθειας (της «κοινωνίας του αληθούς»).
Στην πρώτη περίπτωση, κίνητρο για την αποφυγή της αντικοινωνικής συμπεριφοράς ήταν η χρησιμότητα των σχέσεων κοινωνίας, της αμοιβαιότητας στην εξυπηρέτηση αναγκών, οι διευκολύνσεις που παρείχε σε όλους ο καταμερισμός της εργασίας. Στη δεύτερη περίπτωση, κίνητρο ήταν οι σχέσεις κοινωνίας ως αυταξία, ως απόλαυση και χαρά της ζωής: Οι «κατά λόγον» σχέσεις (αρμονίας και κοσμιότητας) ήταν μετοχή στον τρόπο του «όντως όντος», του αιώνιου, αθάνατου, αμετάβλητου «λόγου» που αρθρώνει το σύμπαν σε «κόσμον» (κόσμημα).
Ταυτόχρονα ήταν σε όλους φανερό, και επομένως αυτονόητο, ότι ο εγωκεντρισμός χαρακτηρίζει το στάδιο υπανάπτυξης του ανθρώπου, είναι τεκμήριο πρωτογονισμού, κυριαρχίας της κτηνώδους φύσης πάνω στη λογική, δηλαδή στην ελευθερία. Πολύ προτού η κλινική Ψυχολογία οριοθετήσει τις ενστικτώδεις ενορμήσεις της αυτοσυντήρησης, της επιβολής και κυριαρχίας, της ηδονής, υπήρχαν προηγμένες «πολιτικές» κοινωνίες που λογάριαζαν την επιθετική ιδιοτέλεια, τον ατομικισμό, την εγωτική απληστία, τη φίλαυτη πλεονεξία σαν τεκμήρια καθήλωσης του ατόμου στην αλογία των τυφλών αναγκαιοτήτων της φύσης.
Ποικίλες οπτικές γωνίες λαϊκών παραδόσεων εμπειρικής σοφίας, αλλά και φιλοσοφικών αναζητήσεων, συνέκλιναν στην ίδια πιστοποίηση: Οι σχέσεις κοινωνίας, η οργανωμένη συλλογικότητα, είναι κάτι ριζικά διαφορετικό από την αγελαία συνύπαρξη, είναι γνώρισμα μόνο του ανθρώπου, κατόρθωμα (γι’ αυτό και άθλημα) ελευθερίας. Η έμβια φύση, η άλογη, είναι νομοτελειακά ιδιοτελής, οι ενστικτώδεις ορμές λειτουργούν τυφλά, αδυσώπητα, για αυτοπροστασία και ηδονή, δεν υπάρχει βούληση για να αντιστέκεται στην επιθυμία. Αν ο άνθρωπος ξεχωρίζει, δεν είναι επειδή διαθέτει υψηλότερη αντιληπτικότητα ή έχει αναπτύξει πληρέστερο κώδικα συνεννόησης, αλλά επειδή μπορεί να ενεργεί αδέσμευτος από τις αναγκαιότητες που επιβάλλουν τα ένστικτα. Μπορεί να ξεπερνάει τον εαυτό του για χάρη του άλλου, να θυσιάζει την εγωτική του απαίτηση για να συντρέξει τον διπλανό του ή και μόνο για να του δώσει χαρά.
Το «κυρίως ανθρώπινον» (αυτό που κάνει τον άνθρωπο να είναι άνθρωπος) ταυτίζεται με την ελευθερία από τις απαιτήσεις της ορμής, την ελευθερία από το εγώ για χάρη των σχέσεων κοινωνίας. Σήμερα καταλαβαίνουμε και την ελευθερία υποταγμένη στον στεγανό ατομοκεντρισμό – ταυτίζουμε την ελευθερία με το «δικαίωμα» του εγώ μας να έχει απεριόριστες και ανεμπόδιστες επιλογές: Να επιλέγει το κόμμα που νομίζει ότι τον εκφράζει, την εφημερίδα που νομίζει ότι τον πληροφορεί με εγκυρότητα, τα ιδεολογήματα που τον κάνουν πιο «προοδευτικό» ή συνεπέστερα «παραδοσιακό» και «συντηρητικό». Εικόνα και σύμβολο της «ελευθερίας» μας σήμερα δεν είναι το σούπερ μάρκετ: Nομίζω ότι διαλέγουμε με αδέσμευτη την ατομική μας προτίμηση και κρίση, ενώ στην πραγματικότητα μάλλον μας κατευθύνει η έντεχνη ποδηγέτηση των ορμών μας από τη διαφήμιση και τη συσκευασία.
Aν δεχθούμε ως κριτήριο υπαρκτικής γνησιότητας του ανθρώπου την ελευθερία του από την ορμέμφυτη ιδιοτέλεια, την εγωτική απληστία, τη φίλαυτη πλεονεξία, τότε μέτρο ανάπτυξης μιας κοινωνίας δεν είναι η αξιοποίηση της τεχνολογίας ή η οικονομική της ευρωστία (αν και συνήθως η τεχνολογική πρόοδος και η εύρωστη οικονομία συναρτώνται άμεσα με την καλλιέργεια κοινωνικών προτεραιοτήτων). Aναπτυγμένες είναι οι κοινωνίες με υψηλή κατά κεφαλήν καλλιέργεια κοινωνικής συνείδησης, δηλαδή της χαράς των σχέσεων κοινωνίας. Δεν μπορεί «ανάπτυξη» να θεωρηθεί το πισωγύρισμα στην πληρέστερη θωράκιση των απαιτήσεων του κτήνους. Δεν είναι δυνατόν να θεωρηθούν «αναπτυγμένες» οι συλλογικότητες που δυναστεύονται από οργανωμένες (συνδικαλισμένες) συσπειρώσεις συμφερόντων, σπείρες εκβιαστών, νομιμοποιημένες κλίκες λυμεώνων των δημόσιων λειτουργημάτων. H «ανάπτυξη» δηλώνει, πριν από όλα, απαιτήσεις ποιότητας της ζωής, ελευθερίας από την καταναλωτική βουλιμία, την αυθαιρεσία των λίγων που κρατούν όμηρους τους πολλούς.
Το υπόδειγμα της κτηνώδους ιδιοτέλειας στις υπανάπτυκτες συλλογικότητες το σαρκώνουν οι ηγεσίες: Eπαγγελματίες της εξουσίας δίχως ίχνος (κατά κανόνα) πρόθεσης να υπηρετήσουν τις κοινές ανάγκες και κοινές σκοπεύσεις, έρμαια (μέχρι βαθμού ψυχασθένειας) του πρωτογονισμού της εγωλαγνείας. Δεν ενδιαφέρονται παρά μόνο για την επανεκλογή τους στη Bουλή ή στην κυβέρνηση. Δεν αποκλείεται να ξεπουλάνε τα στοιχειώδη δίκαια της χώρας τους, τον αυτοσεβασμό της και την ιστορία της, μόνο για να γίνουν αρεστοί στις «αυλές» των ισχυρών του πλανήτη. Συνήθως έχουν έγκαιρα ξεπουλήσει στα παρασκήνια την ίδια την προσωπική τους τιμή και αξιοπρέπεια: ανταλλάσσουν την ηδονή των αξιωμάτων με τον ρόλο του λακέ των ισχυρών.
Σέρνουν τη χώρα μας σε ταπεινωτικές διαδικασίες μεσολαβήσεων συμβιβασμού για περιπτώσεις κατάφωρης παραβίασης της λογικής και της Ιστορίας, μεταβάλλουν τη χώρα τους, κυριολεκτικά, σε «μπαίγνιο των εθνών» χωρίς αιδώ ή λύπην.
Δεν είναι «προδότες», είναι απλώς υπανάπτυκτοι, άγευστοι της ποιότητας ζωής που παρέχει η αυθυπέρβαση, η ελευθερία από τον πρωτογονισμό των ορμεμφύτων.
1 σχόλιο:
http://chomatery.blogspot.com/
Δημοσίευση σχολίου